Ποτείδαιαν

Ποτείδαιαν
Ποτείδαια
Potidea: fem acc sg
Ποτειδαία
fem acc sg

Morphologia Graeca. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Ποτείδαιαν — Ποτείδαια Potidea fem acc sg Ποτειδαία fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βιάζω — (AM βιάζω) Ι.1. μεταχειρίζομαι βία εναντίον κάποιου, αναγκάζω με τη βία 2. αναγκάζω με τη βία πρόσωπο σε σαρκική ένωση μαζί μου μσν. νεοελλ. πιέζω κάποιον φορτικά νεοελλ. 1. καταπιέζω, φέρνω σε δύσκολη θέση κάποιον 2. παρακινώ, παροτρύνω έντονα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”